Κοίτα, με τι παραγεμίζουν τις μπάλες

Tuesday, September 02, 2008

| |
του Λουκά Τσουκνίδα
(απ' το monkie #05)

«You can observe a lot
just by watching...»
Yogi Berra, baseball legend

Για κάποιο λόγο που μου διαφεύγει η σοβαρότητά του, η ευρύτερη κοινότητα της διανόησης και της εναλλακτικής κουλτούρας έχει αγκαλιάσει, τα τελευταία χρόνια, το ποδόσφαιρο. Όχι όλα τα σπορ, αλλά συγκεκριμένα το ποδόσφαιρο, τον υποτιθέμενο βασιλιά αυτών. Αυτό που με προβληματίζει στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι το να βλέπω τύπους με γκρίζες αλογοουρές, πουκαμίσες και παντοφλέ μοκασίνια να περιφέρονται στα γήπεδα ψάχνοντας τον Μαρξ ή χοντροκώληδες ρασταφάριανς με διχάλα 1-4 να μιλούν με στόμφο για τα κατορθώματα του τάδε φτωχόπαιδου απ' το Καμερούν, αγνοώντας το σκλαβοπάζαρο που τον παρήγαγε. Και καταλαβαίνω απόλυτα την ιστορική ανάγκη να διεκδικήσουμε πίσω, ως λαοί, το άμοιρο αυτό σπορ απ' τις απανταχού χούντες που το χρησιμοποίησαν για λογαριασμό τους. Αναρωτιέμαι μόνο αν κάποιοι νεοφώτιστοι οπαδοί-φίλαθλοι, όσο κι οι παλιοσειρές, βλέπουν μέσα κι έξω απ' το γήπεδο αυτά που γίνονται ή αυτά που θα ήθελαν να γίνονται...

Ο Φέρντι Πατσέκο, ο γιατρός του μποξ, που πέρασε τα καλύτερα του χρόνια δίπλα στο ρινγκ για λογαριασμό του Μοχάμεντ Άλι, έχει ασχοληθεί επιτυχώς με πολλά, τελείως διαφορετικά, πράγματα στη ζωή του. Εδώ και κάπου 60 χρόνια, μοιράζεται ανάμεσα σε ιατρική, λογοτεχνία, ζωγραφική, τηλεόραση, κινηματόγραφο και φυσικά πυγμαχία. Σε μια συνέντευξή του δέχτηκε την εξής ερώτηση από κάποιον Μπρους Κόουλ:

«[...] Η Τζόις Κάρολ Όουτς γράφει ότι ένα πολύ καλό ματς πυγμαχίας, είναι σα μια τέλεια εκτέλεση του Μπαχ. Τρέφει ιδιαίτερη αδυναμία για μποξέρ όπως ο Τζο Λούις, ο Μπίλι Κον, ο Τζο Φρέιζερ, ο Μοχάμεντ Άλι,ο Μάρβιν Χάγκλερ κι ο Τόμι Χερνς. Ποια ματς θυμάστε που ν' ανταποκρίνονται στην περιγραφή της Όουτς;»

Το λάθος της συγγραφέως εδώ, είναι πως ένα τέλειο μήλο δε μπορεί να συγκριθεί μ' ένα τέλειο πορτοκάλι, παρά μόνο, για να καταλάβουν οι λάτρεις των πορτοκαλιών δια της αναγωγής στη δική τους εμπειρία, την αντίστοιχη ενός μηλολάτρη. Παρ' ότι και τα δυο τρώγονται, δεν τρώγονται με τον ίδιο τρόπο, ούτε περιμένει κανείς την ίδια εμπειρία από άποψη γεύσης ή υφής. Άλλο Λωζάνη κι άλλο Κοζάνη.

Εγώ ας πούμε, που δεν έχω ακούσει ποτέ μου Μπαχ, αδυνατώ ν' αντιληφθώ τον συσχετισμό του με το μποξ, εκτός κι αν ανασύρω απ' την άκρη του μυαλού μου το στερεότυπο που λέει ότι ο Μπαχ είναι καλός, σκέψου δηλαδή να 'ναι και τέλειος. Εντάξει, ο Μπαχ είναι πολύ καλός και μια μουσική εκτέλεση απαιτεί, προετοιμασία, πειθαρχία, συντονισμό, έχει στιγμές αναμονής και στιγμές έκρηξης κοκ, αλλά το ότι η Όουτς χρησιμοποιεί αυτή την παρομοίωση δείχνει ότι ίσως δεν έχει κατανοήσει τους λόγους που κάνουν έναν αγώνα μποξ καλό. Χρειάζεται απαραιτήτως να κάνει την αναγωγή σε κάτι που της είναι πιο οικείο. Δεν μπορεί να δεχτεί, ίσως, ότι της αρέσουν κάποια πράγματα που δεν έχουν σχέση με εξευγενισμένες αναλύσεις, πράγματα (π.χ γυμνασμένοι, τσαμπουκαλεμένοι κι ιδρωμένοι άντρες) που λείπουν από μια εκτέλεση του Μπαχ. Όπου, φυσικά, δεν υπάρχει κοκορομαχία, παρά συντονισμένες προσπάθειες συναδέλφων για το μέγιστο δυνατό αισθητικό αποτέλεσμα. Σ' έναν αγώνα μποξ, όπως και σ' έναν αγώνα ποδοσφαίρου, ο καθένας (ή η κάθε ομάδα) αγωνίζεται πρωτίστως για τη νίκη και όχι οι δυο μαζί για το καλύτερο δυνατό θέαμα, άσχετα αν αυτό επιτευχθεί. Και στο κοινό, υπάρχουν νικητές και ηττημένοι κι όχι αμέτοχοι εστέτ. Όποιος δεν αντιλαμβάνεται αυτό το βασικό στοιχείο, τον καθαρό, εντατικό ανταγωνισμό που κάνει μια αναμέτρηση απρόβλεπτη (κι όχι πάντα θεαματική) είναι ξένος προς αυτό που παρακολουθεί ή σχολιάζει.



Ο Πατσέκο λοιπόν, αφού αράδιασε έτσι για την πλάκα του μερικούς αγώνες που θεωρεί ότι πλησίασαν αυτή την αόριστη τελειότητα, άρπαξε την ευκαιρία να δώσει και μια απάντηση που αφορά το θέμα μου: «Από πότε η Τζόις Κάρολ Όουτς έχει άποψη για το μποξ; Δε νομίζω να έχει πάει ποτέ σε αγώνα. Αυτοί οι τύποι δε γνωρίζουν τίποτα, όπως ο Τζορτζ Πλίμπτον ή ο Νόρμαν Μέιλερ που περιφέρεται και επιβάλλει τον εαυτό του σε ότι συμβαίνει. Δεν είναι αυθεντικοί. Δεν ανήκουν στο μποξ. Είναι εισβολείς που αγόρασαν μια θέση και θρονιάστηκαν. Η ταινία του Πλίμπτον (When We Were Kings) για το ματς στην Αφρική ήταν φρικτή. Ακούγεται η φωνή του Μέιλερ, να λέει: “Ήμουν στ' αποδυτήρια κι είδα το φόβο στα πρόσωπα των προπονητών.” Ήταν στ' αποδυτήρια; Δεν ήταν. Εγώ, προσωπικά, τον κράτησα εκτός. Άφησα να μπει ο Μπαντ Σούλμπεργκ, που είναι άνθρωπος του αθλήματος. Είπα: “Να μπει ο Σούλμπεργκ, αλλά όχι ο Μέιλερ.” Όταν χτύπησε κουδούνι για πρώτο γύρο ο Άλι είχε υποστεί αρκετά χτυπήματα. Ο Μέιλερ λέει πως κοίταξε ψηλά στον ουρανό και παρακάλεσε τους αφρικανούς θεούς να τον φροντίσουν επειδή ο ίδιος οσμίστηκε το θάνατο. Τι σχέση έχει αυτό; Ο Άλι διαβάζει το Κοράνι. Αν έπρεπε να τον φροντίσει κάποιος, ήταν ο Αλάχ.»

Προφανώς οι άνθρωποι του μποξ, όπως ο γιατρός, δεν είχαν σε εκτίμηση τους περιστασιακούς θιασώτες του, οι οποίοι έψαχναν ν' απομυζήσουν συγκινήσεις κι εμπειρίες κι ύστερα ν' αποσυρθούν στα λοφτς ή τα εξοχικά τους και να τις πουλήσουν ως μυθιστορήματα. Για τις αντιφάσεις στην αφήγηση του Μέιλερ, ο Πατσέκο λέει: «Γράφει έτσι επειδή είναι συγγραφέας. Ουσιαστικά, δε γνωρίζει καν τι είναι αυτό που βλέπει. Το περιγράφει όπως θα ήθελε να είναι παρά όπως είναι.» Όσο για την Όουτς, η ίδια έχει πει, σύμφωνα με τον Κόουλ, πως δεν πηγαίνει σε αγώνες, αλλά τους βλέπει σε μαγνητοσκόπηση. Γνωρίζοντας από πριν ότι κανείς δεν πληγώθηκε, μπορεί να απολαύσει την αρτιστίκ πλευρά του ματς (!!!). Κι ο ιταλός επιβήτορας Ρόκι Μπαλμπόα; «Το Rocky έγινε επιτυχία, πολύ απλά, επειδή το κοινό προτιμά την αντιστροφή της πραγματικότητας. Προσμένει το δράμα, που είναι κατασκευασμένο και διογκωμένο. Η πραγματικότητα δεν είναι τόσο συναρπαστική.» Ο βετεράνος Φέρντι είναι ξεκάθαρος.

Όταν ο κόουτς της παιδικής επαρχιακής μου ομάδας, ρώτησε έναν συμπαίκτη μου τι έχει μέσα η μπάλα εκείνος απάντησε «Αέρα!». «Τι αέρα βρε μαλάκα!», του είπε ο ποδοσφαιρικός μας μέντορας, «η μπάλα έχει λεφτά, αυτοκίνητα, γαμήσια.» Κανείς απ' τους δυο, δεν μπόρεσε να το εξακριβώσει...

(Η φωτογραφία τραβήχτηκε κάτω απ' τη σκηνή του Rastavibe Festival, το καλοκαίρι του 2004 στην Ασπροβάλτα.)