300 Κατασκευαστές ιστορίας συνιστούν...

Sunday, December 06, 2009

| |
του Λουκά Τσουκνίδα
(απ' το monkie #11)

Πριν από δύο χρόνια, είδαμε στις αίθουσες την κινηματογραφική μεταφορά των 300 του Frank Miller διά χειρός Zack Snyder, με την πολύτιμη συμβουλευτική παρουσία του πρώτου. Στην ταινία, όπως και στο κόμικ, η αφήγηση γίνεται απ’ την υποκειμενική —η εγκληματικά υποτιμημένη λεπτομέρεια— σκοπιά του μοναδικού σπαρτιάτη επιζώντα, του Δήλιου, ο οποίος εστάλει πίσω απ’ τον Λεωνίδα ώστε να διηγηθεί όσα έγιναν. Στην περίπτωση του κόμικ, οι αρνητικές αντιδράσεις ήταν ελάχιστες γιατί... «ποιος διαβάζει κόμικς τώρα;» Στην περίπτωση της πολυδιαφημισμένης ταινίας οι αντιδρώντες, θετικά ή αρνητικά, πήραν το τρένο της υπερβολής και γύρισαν τον κόσμο δυο φορές. Ποιο ήταν το ευτύχημα ή δυστύχημα αντίστοιχα; Η ιστορική ακρίβεια ή ανακρίβεια, αλλά και οι πολιτικοφανείς ερμηνείες που συνδέθηκαν κατά βούληση και προκατάληψη με τις προθέσεις των δημιουργών.

Το πραγματικό πρόβλημα, βέβαια, που αναδύεται σε κάθε τέτοια περίπτωση επευφημίας ή κατακραυγής, είναι οι προσδοκίες. Περιμένουμε απ’ τη μυθοπλασία, σε λογοτεχνία, σινεμά ή οπουδήποτε αλλού, να διδάξει Ιστορία ή τουλάχιστον, να την αφήσει άθικτη για να μη μπερδευτούμε. Γιατί; Επειδή υποθέτουμε ότι οι θεατές θα διαλέξουν τον εύκολο δρόμο και θα περιμένουν να μάθουν την Ιστορία από μυθιστορήματα, ταινίες, κόμικς ή τηλεοπτικές σειρές αγνοώντας τις σοβαρές ακαδημαϊκές πηγές. Δηλαδή οι θεατές, ανήλικοι κι ενήλικοι, είναι ένα μάτσο βλάκες που τεμπέλικα αρμενίζουν, τεμπέλικα πατούν στη γη και κουρνιαχτός δε βγαίνει. Μπορεί να ‘ναι κι έτσι. Αλλά αν είναι, τι εξασφαλίζει στους φωτισμένους ότι η ακαδημαϊκώς διαπιστευμένη έγκυρη ιστορία που άκριτα θα καταναλώσουν όλοι αυτοί που πρέπει να προστατευτούν απ’ τις αυθαιρεσίες της ασεβούς μυθοπλασίας, δε θα τους μετατρέψει σε ζόμπι στρατιώτες της εκάστοτε βαρύνουσας ερμηνείας. Ή ότι, κουτοπόνηροι γαρ όπως όλοι οι βλάκες, δε θα μάθουν να ψωνίζουν «έγκυρη» ιστορία απ’ τα ράφια που τους βολεύουν. Έτσι κι αλλιώς, αυτό είναι ένα τεράστιο κενό μεταξύ της επιστήμης της Ιστορίας και του αδιάφορου για τις λεπτομέρειες κοινού που η καλλιτεχνική ή ψυχαγωγική δημιουργία δεν οφείλει με τίποτε να καλύψει.

μυθοπλασία:
>1. δημιουργία μύθων.
>2. σκόπιμη δημιουργία ψευδών ή ανακριβών ειδήσεων ή πληροφοριών.

fiction:
>1. a. something invented by the imagination or feigned; specifically : an invented story
b. fictitious literature (as novels or short stories) c. a work of fiction; especially : novel
>2. a. an assumption of a possibility as a fact irrespective of the question of its truth
b. a useful illusion or pretense
>3. the action of feigning or of creating with the imagination



Άσχετα με το αν η πρώτη ύλη, η πηγή της έμπνευσης ή το εκάστοτε αφηγηματικό πλαίσιο, ανταποκρίνεται ή όχι στην πραγματικότητα το τελικό αποτέλεσμα της διαδικασίας της μυθοπλασίας είναι πάντα, μα πάντα, αποκύημα της φαντασίας του δημιουργού. Συνεπώς, δε βαρύνεται από καμία ευθύνη επιστημονικού, ιστορικού ή φιλολογικού τύπου. Δε χρειάζεται καν να βγάζει νόημα. Κι εάν κάποιος καταλογίσει δόλο στον υπεύθυνο θα πρέπει να ψάξει καλά για το πότε εκείνος υποσχέθηκε να μεταδώσει άθικτη κι αγνή την οποιαδήποτε αντικειμενική αλήθεια. Δηλαδή την αλήθεια που θέλουμε ν’ ακούσουμε.

Είναι γεγονός ότι υπάρχει μια σειρά σιωπηλών, αυθαίρετων κανόνων που η μυθοπλασία απαιτείται ν’ ακολουθεί για να πάρει την, περιττή σε κάθε περίπτωση, συγκατάθεσή μας. Κάποιοι απ’ αυτούς έχουν να κάνουν με τη φυσική και τη λειτουργία του κόσμου γύρω μας κι αποτελούν απαραίτητες πρακτικές συμβάσεις. Άλλοι όμως έχουν να κάνουν με λιγότερο χειροπιαστούς λόγους, τη σεμνοτυφία, την πολιτική ορθότητα (ότι κι αν σημαίνει αυτό) ή τη θρησκοληψία κι απαιτούν από ένα έργο να σέβεται (ευφημισμός για το να υποτάσσεται και να μην κρίνει) τη μία ή την άλλη άποψη, το ένα ή το άλλο δόγμα, τη μία ή την άλλη αισθητική, τη μία ή την άλλη ηθική και πάει λέγοντας. προκαταλήψεις που σ’ ένα βαθμό μπορώ ν’ αντιληφθώ από που προέρχονται. Όταν κάποιος προτείνει μια διαφορετική ερμηνεία της πραγματικότητας απ’ αυτή που έχουμε φτιάξει γύρω μάς ή υποννοεί ότι, ίσως, να είμαστε μαλάκες και οι επιλογές μας να μην είναι και τόσο γαμάτες, φυσικό είναι να θεωρήσουμε ότι βαλλόμαστε και ν’ αμυνθούμε. Η αντίδραση που επιλέγουμε, όμως, είναι αυτό που ξεχωρίζει τους μπαμπουίνους απ’ τους σκεπτόμενους ανθρώπους κι όλη η διαδικασία είναι ένα ρίσκο που η μυθοπλασία, όπως και κάθε καλλιτεχνική δημιουργία, πρέπει να πάρει. Και δεν είναι δυνατόν ν’ αποτελεί μέτρο επιβεβαίωσης του «ορθού», του «σεμνού» ή του «κοινώς αποδεκτού». Πόσο μάλλον της οποιαδήποτε ιστοριολογικής ορθοδοξίας.

Κάποια στιγμή, όταν αυτό κρίθηκε αναγκαίο, η αγορά κατασκεύασε και τον όρο «ιστορικό μυθιστόρημα». Τι σημαίνει αυτό; Η λέξη «μυθιστόρημα» σημαίνει ότι πρόκειται για φανταστικές ιστορίες και χρηστικού τύπου ερμηνείες του εκάστοτε ιστορικού πλαισίου και των εκάστοτε ιστορικών αναφορών, που υπακούουν στους κανόνες της αφήγησης και της δραματοποίησης. Ο προσδιορισμός «ιστορικό» είναι ο δείκτης-κράχτης για όσους ενδιαφέρονται για παραμύθια που λαβαίνουν χώρα σε συγκεκριμένες ιστορικές εποχές κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων ιστορικών συγκυριών και ουδεμία σχέση έχει με την επιστήμη της αναδόμησης και εξήγησης αυτών. Με λίγα λόγια... Δεν είναι Ιστορία και δεν μπορεί να καταναλώνεται ως τέτοια.

Τελικά, το θέμα που μένει είναι αυτό και μόνον αυτό: Η δύναμη της δημοφιλούς οπτικοακουστικής κουλτούρας και η γιγαντωμένη πλέον ικανότητά της να φτιάχνει εικόνες που μπορούν ν’ αντικαταστήσουν την πραγματικότητα στα μάτια του «ανυποψίαστου» θεατή. Μόνο που μετά από τόσους αιώνες θεάτρου, λογοτεχνίας, κινηματογράφου, ραδιοφώνου, τηλεόρασης κλπ. οι θεατές δε δικαιούνται να είναι ανυποψίαστοι. Ειδικά όταν πριν καν μπούμε στο δημοτικό λαβαίνει χώρα ο παρακάτω διάλογος:
«Μπαμπά, μπαμπά! Τρέχει αίμα. Τον σκότωσαν... Ουάααααααα!»
«Μην κλαις λεβέντη/κούκλα μου. Στα ψέματα το κάνουν... με σάλτσα.»

(Το σπίτι των «Απαράδεκτων» που φαίνεται στη φωτογραφία υπάρχει, όμως οι «Απαράδεκτοι» δεν υπάρχουν. Τραβήχτηκε τον Ιανουάριο του 2007 στο Λυκαβηττό.)