του Mick Hume
(Απ' το monkie #02 - Πρωτοδημοσιεύτηκε στο βρετανικό διαδικτυακό περιοδικό spiked στις 7 Νοεμβρίου του 2007)
Μετάφραση: Κωστής Αλεξανδρόπουλος
Εικόνες: Γιώργος Τσιούκης
(Απ' το monkie #02 - Πρωτοδημοσιεύτηκε στο βρετανικό διαδικτυακό περιοδικό spiked στις 7 Νοεμβρίου του 2007)
Μετάφραση: Κωστής Αλεξανδρόπουλος
Εικόνες: Γιώργος Τσιούκης
Στη σημερινή εποχή του «Δεν μπορείς να το πεις αυτό», εκείνοι που διώκονται είναι όσοι έχουν αντιδραστικές απόψεις σε φυλετικά ή θρησκευτικά ζητήματα. Ο αγώνας λοιπόν για την ελευθερία του λόγου είναι ακόμη επίκαιρος.
Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα (σημ: Νοέμβριος 2007) ο David Cameron, αρχηγός του Συντηρητικού κόμματος, απέσπασε εγκωμιαστικά σχόλια καθώς δήλωσε ότι επιθυμεί έναν ανοιχτό «ώριμο» διάλογο σχετικά με το θέμα της μετανάστευσης και τους τρόπους ελέγχου της. Έπειτα, όταν ένας υποψήφιος των Συντηρητικών υπαινίχθηκε ότι ο Enoch Powell είχε δίκιο το 1968, οπότε και προειδοποιούσε σχετικά με τις συνέπειες της μαζικής μετανάστευσης, η ηγεσία του κόμματος (με την στήριξη και των υπολοίπων κομμάτων) τον ανάγκασε σε παραίτηση εξαιτίας της «άστοχης» και «σκληρής» γλώσσας που χρησιμοποίησε.
Με άλλα λόγια: Θέλουμε ειλικρίνεια και πολιτική μεταξύ ενηλίκων, αλλά «Δεν μπορείς να το πεις αυτό».
Τον προηγούμενο μήνα ο Δρ. James Watson, ο ένας από τους δύο επιστήμονες που αποκρυπτογράφησαν το DNA, είχε προγραμματίσει μια διάλεξη στο Μουσείο Επιστημών. Όταν σε μία συνέντευξη του στους Sunday Times άφησε να νοηθεί ότι η νοημοσύνη έχει σχέση με τη φυλή, το μουσείο ακύρωσε τη διάλεξη. Στη δήλωση που εξέδωσε, ειπώθηκε ότι το μουσείο «δεν αποφεύγει τον διάλογο επί επίμαχων ζητημάτων», αλλά επέμεινε ότι ο Δρ. Watson «είχε υπερβεί τα όρια του επιτρεπτού διαλόγου».
Με άλλα λόγια: Θέλουμε επιστημονικό διάλογο και αντίλογο, αλλά «Δεν μπορείς να το πεις αυτό».
Κάποιοι από εμάς —ακόμη κι εκείνοι που υποστηρίζουν το άνοιγμα των συνόρων— θεωρούμε πως η πλειοψηφία των πολιτικών που επιθυμούν να διακόψουν τον διάλογο σχετικά με ένα θέμα όπως η μετανάστευση, είναι σαφέστατα πιο επικίνδυνη από τις αντιδραστικές απόψεις υποψηφίων βουλευτών. Όπως έγραψα την προηγούμενη εβδομάδα σχετικά με το ζήτημα του Nigel Hastilow, «Ο Enoch Powell δεν είχε δίκιο στο θέμα της μετανάστευσης, όμως είναι άδικο να καταδιώκεται ένας υποψήφιος των Συντηρητικών επειδή υπαινίχθηκε ότι είχε» (βλέπε A grown-up debate? Not with childish censorship του Mick Hume στο spiked).
Στο ίδιο κλίμα, κάποιοι από εμάς —συμπεριλαμβανομένων κάποιων που ασχολούνται με το ζήτημα του ρατσισμού εδώ και χρόνια— θεωρούν το ότι ένα φιλελεύθερα σκεπτόμενο επιστημονικό ίδρυμα επιθυμεί να θέσει όρια στον «επιτρεπτό διάλογο», μακράν πιο ανησυχητικό φαινόμενο από τις τρελές απόψεις ενός 79-χρονου επιστήμονα.
Αυτά ήταν απλώς δύο πρόσφατα παραδείγματα της σημερινής κουλτούρας του Δεν Μπορείς Να Το Πεις Αυτό, δηλαδή της αυξανόμενης τάσης να περιοριστεί ο διάλογος, άλλοτε με επίσημες απαγορεύσεις και πιο συχνά με άσκηση έμμεσης πίεσης. Όσον αφορά θέματα καυτά, από τη μετανάστευση έως το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η γενική τάση της πλειοψηφίας είναι, όχι ν’ ασκεί κριτική ή να θέτει υπό αμφισβήτηση όποιες αντισυμβατικές απόψεις, αλλά απλώς να τις φιμώνει.
Πρόσφατα, στο συνέδριο που ονομάζεται «Battle of Ideas», αναφέρθηκα σε αυτό το ζήτημα σε μία θεματική με τίτλο Οι Νέες Αιρέσεις (The New Heresies). Τα άλλα μέλη του πάνελ ήταν ο Alexander Cockburn, ο αριστερός σχολιαστής που ζει στις ΗΠΑ και εκδίδει το περιοδικό Counterpunch και ο Arthur Versluis, συγγραφέας του The New Inquisitions: Heretic-Hunting and the Intellectual Origins of Modern Totalitarianism. Μπορεί κάποιοι να θεωρούν κάπως υπερβολική την αναφορά σε αιρέσεις και ιερά εξέταση —σε τελική ανάλυση δεν έχουμε να κάνουμε με βασανιστήρια. Είναι σημαντικό να διατηρούμε τη νηφαλιότητα μας σχετικά με τέτοια ζητήματα και ν’ αφήνουμε τις κραυγές στους υστερικούς κυνηγούς μαγισσών. Αλλά το «πρότυπο των αιρέσεων» μπορεί να φανεί χρήσιμο εργαλείο στο να αντιληφθούμε το που έχουν φτάσει τα πράγματα.
Ο όρος «αιρετικός» δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από μόνος του για να ορίσει έναν πολιτικό χώρο, αντίστοιχα με το να δηλώσει κάποιος ότι είναι σοσιαλιστής ή οικολόγος. Αντ’ αυτού, το «αιρετικό» ορίζεται πάντα αντιθετικά ως προς το κυρίαρχο «ορθόδοξο». Τις λέξεις αυτές, με αυτό το νόημα, χρησιμοποίησε για πρώτη φορά ένας από τους πρώτους Χριστιανούς πατέρες, ο οποίος όρισε τις δικές του απόψεις ως ορθόδοξες, από το αρχαίο ελληνικό «ορθή πίστη» κι εκείνες των αντιπάλων του σαν αιρετικές, από το αρχαίο ελληνικό «επιλογή πίστης». Αυτό λοιπόν που σε χαρακτήριζε αιρετικό ήταν η επιθυμία να επιλέξεις την πίστη σου και η άρνηση του κοινώς αποδεκτού δόγματος. Υπό αυτό το πρίσμα νομιμοποιούμαστε σήμερα να μιλάμε για νέες αιρέσεις.
Εφόσον ο ορισμός του τι είναι αίρεση προκύπτει μέσω τέτοιων διαδικασιών σημαίνει ότι αυτό που θεωρείται αιρετικό δεν αποτελεί ιστορική σταθερά, μα αλλάζει καθώς η ορθοδοξία μεταβάλλεται. Γνωρίζουμε ότι οι «αιρέσεις» του χτες μπορεί να γίνουν η αλήθεια του σήμερα σε κάθε τομέα, από τις επιστήμες μέχρι τις κοινωνικές συμβάσεις. Τώρα όμως, είμαστε μάρτυρες μιας άλλης διαδικασίας: οι ορθοδοξίες του χτες μεταβάλλονται σε αιρέσεις του σήμερα.
Αυτό είναι σαφές π.χ. σε φυλετικά ζητήματα, όπως αναφέρθηκαν παραπάνω, όπου ιδέες περί φυλετικής ανωτερότητας ή κατωτερότητας, οι οποίες κάποτε χαρακτήριζαν τον μέσο όρο, τώρα θεωρούνται τελείως απαράδεκτες. Ίσως ένα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα να είναι αυτό της θρησκείας, ειδικότερα του Χριστιανισμού, που πλέον για τη Βρετανική κοινωνία, μπορεί να θεωρηθεί η ίδια ως αίρεση.
Έτσι ενώ κάποτε η εκκλησία αποφάσιζε για το τι είναι αμαρτία, είναι πιθανό σήμερα οι σκληροπυρηνικοί χριστιανοί να βρεθούν υπό την απειλή δικαστικής διώξεως, επειδή εκφράζουν την άποψη τους ότι η ομοφυλοφιλία είναι αμαρτία. Κι ενώ οι εκκλησιαστικές αρχές κάποτε διώκανε επιστήμονες όπως ο Γαλιλαίος και αγωνίζονταν να κρατήσουν κοσμικές ιδέες μακριά από τα πανεπιστήμια, τώρα μαθαίνουμε ότι τα χριστιανικά κολέγια της Οξφόρδης έχουν απειληθεί με απώλεια της πανεπιστημιακής τους θέσης, επειδή η εκπαίδευση που προσφέρουν δεν είναι αρκετά «περιεκτική», εννοώντας ότι είναι υπέρ του δέοντος Χριστιανική.
Η άλλη όψη του νομίσματος είναι, όπως έχουμε και παλαιότερα αναφέρει στο spiked, ότι η επιστήμη πλέον συχνά εγκαθιδρύεται στο βάθρο του «ορθόδοξου». Κατά μία έννοια φυσικά, είναι καλά νέα το ότι η επιστήμη ξεπέρασε αρκετές από τις παλιές προκαταλήψεις και κατοχύρωσε τα διαπιστευτήρια της ως ένα από τα θεμέλια μιας πολιτισμένης σύγχρονης κοινωνίας. Η κατάσταση όμως έχει πλέον προχωρήσει σε τέτοιο σημείο, που «Η Επιστήμη», όποτε τίθεται κάποιο θέμα όπως το φαινόμενο του θερμοκηπίου, χρησιμοποιείται έτσι ώστε το θέμα να θεωρηθεί λήξαν και οι κριτικές απόψεις να χαρακτηριστούν αιρέσεις ή ακόμη και ψεύδη «αρνητών». Δεν είναι ανάγκη να είσαι κλιματολόγος για να αντιληφθείς ότι αυτός ο σεβασμός στην «Επιστήμη» σαν ορθόδοξο δόγμα δεν έχει τίποτα κοινό με την επιστημονική παράδοση της κριτικής έρευνας, του πειράματος και του διαλόγου.
Αυτό που ιδιαιτέρως εξοργίζει έναν παλαιό μαρξιστή, όπως εγώ, είναι ο ρόλος που έχει παίξει η αριστερά και το φιλελεύθερο κατεστημένο στο να χαρακτηρίζονται ιδέες ως αιρετικές. Όπως ανέφερα στο συνέδριο Battle of Ideas υπάρχουν αρκετοί που πιστεύουν ότι δεν χρειάζεται να μας απασχολεί ιδιαίτερα το φίμωμα αντιδραστικών ιδεών. Ίσως πρέπει απλώς να πούμε αυτό που είπε κι ο Woody Allen στο Annie Hall, «ναι, είμαι μισαλλόδοξος, αλλά… εξ αριστερών;»
Όχι. Δεν έχω χρόνο για ρατσιστικές σκέψεις ή θρησκείες οποιουδήποτε είδους. Αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι η ελευθερία είναι αόρατη και ότι η «ελευθερία του λόγου» δεν είναι το ίδιο με το «ο λόγος μου». Το πολύτιμο δικαίωμα του να είμαστε επικριτικοί οφείλει να περιλαμβάνει και το δικαίωμα των άλλων να είναι επίσης επικριτικοί με τις δικές μας απόψεις. Η ελευθερία του λόγου και οι ανοιχτοί διάλογοι είναι εργαλεία με τα όποια ελέγχονται και αποσαφηνίζονται ιδέες και μέσα για να προσεγγίσουμε την αλήθεια. Ο όρος «αιρετικός» δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από μόνος του για να ορίσει έναν πολιτικό χώρο, αντίστοιχα με το να δηλώσει κάποιος ότι είναι σοσιαλιστής ή οικολόγος. Αντ’ αυτού, το «αιρετικό» ορίζεται πάντα αντιθετικά ως προς το κυρίαρχο «ορθόδοξο».Αντιθέτως, το να μετατρέπονται οι ιδέες που αποκλίνουν από τον μέσο όρο σε αιρέσεις σηματοδοτεί την κατάργηση του διαλόγου και την απομόνωση της σκέψης.
Ας είμαστε σαφείς σχετικά με το γιατί η αριστερά και οι φιλελεύθεροι συχνά επιθυμούν να μεταχειριστούν τους αντιπάλους τους ως αιρετικούς που πρέπει να φιμωθούν. Η σημερινή κουλτούρα του «Δεν μπορείς να το πεις αυτό» δεν είναι παράγωγο της δικής τους ισχύς και αυθεντίας, όπως συνέβαινε με τις ορθοδοξίες του παρελθόντος. Αντιθέτως, αντικατοπτρίζει σε ποιο βαθμό υποφέρουν από οξεία απώλεια ψυχραιμίας. Δεν εμπιστεύονται ούτε τα ίδια τους τα επιχειρήματα. Και δεν εμπιστεύονται κι εμάς.
Το ότι όσοι κηρύσσουν τις σημερινές ορθοδοξίες δεν εμπιστεύονται τα ίδια τους τα επιχειρήματα, γίνεται φανερό όταν κάποιος εξετάσει το τι έχουν να αντιμετωπίσουν. Το να χρησιμοποιούνται σήμερα όροι όπως αίρεση και ιερά εξέταση, προσδίδει σε αυτές τις έννοιες ένα μεγαλειώδες κι ιστορικό προσωπείο. Στην πραγματικότητα, όμως, ακόμη κι ουσιαστικά αδύναμοι αντίπαλοι, μπορούν τώρα να καταδικαστούν από τους ανασφαλείς ζηλωτές της ορθοδοξίας. Οι σκόρπιοι κριτικοί της «Επιστήμης» σχετικά με το ζήτημα του φαινομένου του θερμοκηπίου, δεν είναι συνήθως ιδιοφυΐες επιπέδου Γαλιλαίου. Οι καραγκιόζηδες στα τηλεοπτικά ριάλιτι, που γίνονται παραδείγματα προς αποφυγήν επειδή τόλμησαν να χρησιμοποιήσουν στον αέρα ρατσιστικό ή ομοφοβικό λόγο, δεν εκπροσωπούν κάποιο ρεύμα εντός της κοινωνίας. Παρόλα αυτά πρέπει να στιγματιστούν από την αστυνομία του «Δεν μπορείς να το πεις αυτό».
Γιατί; Πάνω από όλα επειδή η αριστερά και το φιλελεύθερο κατεστημένο δεν μας εμπιστεύονται. Ο υπουργός της Βρετανικής κυβέρνησης David Lammy, που για πολλούς εθεωρείτο ως ένα από τα ανερχόμενα στελέχη του Νέου Εργατικού Κόμματος, έβγαλε τους κανόνες του παιχνιδιού στη φόρα όταν δήλωσε ότι οι απόψεις του Δρ. Watson σχετικά με τη φυλή και τη νοημοσύνη θα έπρεπε να απαγορευτούν γιατί «το μόνο που θα προκαλέσουν είναι αναζωογόνηση του BNP (British National Party)». Αρχικά η δήλωση ακούστηκε περίεργη. Μήπως ο υπουργός άφηνε υπόνοιες για παρασκηνιακή δράση του BNP εντός του Μουσείου Επιστημών; Όχι. Αυτό που εννοούσε ήταν ότι αν το κοινό παρακολουθούσε την διάλεξη ενός διακεκριμένου επιστήμονα πάνω στο θέμα της φυλής και της νοημοσύνης, τότε θα ενεργοποιούταν ο εσωτερικός (γενετικά προγραμματισμένος;) ρατσιστικός μηχανισμός του και θα ξεκινούσε ένα πογκρόμ. Με την ίδια συλλογιστική, οι ανασφαλείς αρχές κι οι υποστηρικτές τους επιθυμούν να θεωρηθεί ο διάλογος επί του ζητήματος της υπερθέρμανσης του πλανήτη λήξας, επειδή φοβούνται ότι αν το κοινό είχε την δυνατότητα να ακούσει αποκλίνουσες από την ορθοδοξία απόψεις τότε θα έδειχνε μικρότερη προθυμία να κάνει ότι του λένε και να αλλάξει την (περιβαλλοντική) συμπεριφορά του.
Το πρόβλημα εδώ δεν είναι μόνο οι υπουργοί κι η κυβέρνηση. Δεν έχουμε να κάνουμε με εκ των άνωθεν λογοκρισία —αυτό αποδεικνύεται από την ελευθερία να εκδίδουμε το spiked και από την συχνή παρουσία των αντισυμβατικών συντακτών του και αλλού. Το θέμα είναι αυτή η μορφή ανεπίσημης ιεράς εξέτασης, όπου υποβόσκει ένα κλίμα του τύπου «Δεν μπορείς να το πεις αυτό». Πράγματι, οι υποκριτές πολιτικοί ακτιβιστές και σταυροφόροι —ιδίως οι πιο νέοι απ’ ότι φαίνεται— αποτελούν την πιο μαχητική πτέρυγα των νέων ορθοδοξιών. Έτσι ήταν οι οικολόγοι ακτιβιστές, που ζήτησαν η «άρνηση των κλιματικών αλλαγών» να θεωρηθεί έγκλημα, ενώ μαύροι ακτιβιστές απαίτησαν να απολυθεί ο Δρ. Watson επειδή εξέφρασε τις παλαιολιθικές του απόψεις στο ζήτημα της φυλής και της νοημοσύνης.
Η θρασυδειλία των φιλελεύθερων διανοούμενων εγγυάται ότι όταν ένα τέτοιο ρεύμα σκέψης κάνει την εμφάνιση του, οι ίδιοι θα παρασυρθούν οικειοθελώς. Μόλις λίγες μέρες πριν το συνέδριο Battle of Ideas, στο Μπρίστολ λάμβανε χώρα το «Festival of Ideas» (αναρωτιέμαι από που τους ήρθε η ιδέα), όπου ήταν προγραμματισμένο να μιλήσει ο Δρ. James Watson. Όταν το Μουσείο Επιστημών ακύρωσε την διάλεξη του, ένας εκπρόσωπος του αντί-πρύτανη του πανεπιστημίου του Μπρίστολ (που προέδρευε αλλά δεν οργάνωνε το φεστιβάλ) δήλωσε ότι εξακολουθούσαν να επιθυμούν την παρουσία του Δρ. Watson εκεί, επειδή το πανεπιστήμιο «σέβεται το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης των απόψεων. Επίσης όμως περιμένουμε ότι ο Δρ. Watson θα κληθεί να απαντήσει σε καίριες ερωτήσεις σχετικά με τις ιδέες του». Αυτή φάνηκε να είναι η σωστή αντιμετώπιση. Αλλά μέσα σε λίγες μέρες, καθώς οι τόνοι της διαμαρτυρίας αυξήθηκαν, οι διοργανωτές του φεστιβάλ αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και η διάλεξη ακυρώθηκε. Ο Andrew Kelly, ένας εκ των διοργανωτών, δήλωσε ότι «παρότι είμαστε ένα φεστιβάλ που ενθαρρύνει το διάλογο, είναι σαφές ότι οι απόψεις του Δρ. James Watson είναι απαράδεκτα προκλητικές». Με άλλα λόγια: Θέλουμε το διάλογο, αλλά «Δεν μπορείς να το πεις αυτό». Τίποτα δεν είχε αλλάξει εντωμεταξύ. Ο Δρ. Watson είχε απλά απολογηθεί χλιαρά επειδή προκάλεσε το κοινό αίσθημα. Αλλά η ιδέα ότι ήταν αιρετικός είχε γίνει πλέον κοινή συνείδηση κι έτσι αποσύρθηκε.
Όλες αυτές οι τάσεις αποτελούν την πιο πρόσφατη μορφή της διαρκούς συζήτησης σχετικά με την ελευθερία του λόγου. Και η βρετανική αριστερά εδώ και πολλά χρόνια έχει αποτύχει στον συγκεκριμένο τομέα. Είκοσι πέντε χρόνια πιο πριν, όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο, η αριστερά υποστήριζε μια πολιτική αποκλεισμού των φασιστών από κάθε είδους δημόσια εκδήλωση —μια πολιτική που πολλές φορές επέκτειναν ώστε να συμπεριλάβει και τους Θατσερικούς Συντηρητικούς. Τώρα η τάση αυτή έχει προαχθεί από τη φοιτητική ζωή στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής.
Κάποιοι από εμάς πάντα εναντιώνονταν σ’ αυτή τη πολιτική υποστηρίζοντας την ελευθερία του λόγου. Όχι επειδή πιστεύαμε στα δικαιώματα των ρατσιστών και των αντιδραστικών, αλλά επειδή πιστεύαμε στο δικαίωμα του κοινού να ακούσει και να αποφασίσει μόνο του, να επιλέξει την δική του πίστη, είτε αυτή χαρακτηριζόταν ως αιρετική είτε όχι. Όταν ήμουν εκδότης του περιοδικού Living Marxism, κάτι σαν πρόγονος του spiked, το σύνθημα μας ήταν «Αμφισβητείστε τα πάντα – Απαγορέψτε τίποτα». Αυτό είχε θεωρηθεί αιρετικό τότε κι συνεχίζει να είναι και σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν λόγοι για να υποστηρίξουμε αυτή την αρχή, να αγωνιστούμε για να διατηρήσουμε την ελευθερία του λόγου και της σκέψης ζωντανές.
Το τελευταίο πρόβλήμα που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι το μικρό ποσοστό ατόμων στην Βρετανία, ακόμη και μέσα στα πανεπιστήμια, που είναι διατεθειμένοι να υπερασπιστούν, χωρίς εξαιρέσεις, την ελευθερία του λόγου. Όπως δήλωσε ο Καθηγητής Frank Furedi στη θεματική για τις αιρέσεις στο συνέδριο Battle of Ideas, οι ίδιοι ακαδημαϊκοί που θα διαμαρτυρηθούν έντονα για τον αποκλεισμό ομιλητών που υποστηρίζουν τις παλαιστινιακές θέσεις είναι κι οι πρώτοι που θα μαζέψουν υπογραφές για τον αποκλεισμό Ισραηλινών πανεπιστημιακών, χωρίς όμως να αντιλαμβάνονται την αντίφαση στη στάση τους.
Αντ’ αυτού χρειάζεται να καλλιεργήσουμε ένα πνεύμα αυθεντικής ανεκτικότητας. Αυτό πρέπει να σημαίνει την απουσία παρωπίδων και την ανοχή να εκφράζονται απόψεις που απεχθάνεσαι. Σήμερα όμως, εκείνοι που απαιτούν ανεκτικότητα συχνά φαίνεται ότι εννοούν το αντίθετο: την απροθυμία να ανεχτούν οποιαδήποτε άποψη αντιτίθεται στην κατεστημένη «ορθοδοξία». Έτσι εις το όνομα της ανεκτικότητας, μαθαίνουμε ότι κάνεις δεν επιτρέπεται να εκφράζει ιδέες «μη ανοχής» σχετικά με το Ισλάμ ή την ομοφυλοφιλία. Όπως έχω ξαναγράψει στο spiked, η εποχή μας είναι μια εποχή «μη ανεκτικής ανοχής».
Η αυθεντική ανεκτικότητα δεν σημαίνει, οι απόψεις που απεχθάνεσαι να περνούν χωρίς αμφισβήτηση. Πρέπει να περιλαμβάνει τον αμείλικτο αντίλογο και τον διαρκή βομβαρδισμό (με επιχειρήματα) των αντιδραστικών απόψεων κάθε είδους. Πρέπει να σημαίνει αυτό που έγραψε ο Βολτέρος στο Δοκίμιο περί Ανεκτικότητας: «Σκεφτείτε μόνοι σας και επιτρέψτε στους άλλους το δικαίωμα του ίδιου προνομίου». Στη θέση μιας κλειστής κοινωνίας αιρέσεων και της κουλτούρας του «Δεν μπορείς να το πεις αυτό», έχουμε ανάγκη μιας μη προκατειλημμένης στάσης του τύπου «Μπορείς να το πεις αυτό»… αρκεί να μπορώ μετά να πω ότι λες αρλούμπες.